- Τα ινομυώματα είναι οι πιο συχνοί καλοήθεις όγκοι που αναπτύσσονται στην μήτρα.
- Προέρχονται από το μυομήτριο και από τον ινώδη ιστό της μήτρας.
- Μπορούν να εμφανιστούν σε κάθε ηλικία.
- 4 στις 10 γυναίκες σε ηλικία 40 ετών, έχουν ινομυώματα, συχνά χωρίς να το γνωρίζουν γιατί πολλές φορές είναι ασυμπτωματικά.
- Η αιτιολογία τους παραμένει άγνωστη.
- Η αντιμετώπιση τους εξαρτάται από διάφορους παράγοντες.
Οι περισσότερες γυναίκες που έχουν ινομυώματα δεν το γνωρίζουν, γιατί μπορεί να παραμείνουν μικρά και να είναι ασυμπτωματικά.
Ωστόσο, κάποια από αυτά μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα εξαιτίας του μεγέθους, του αριθμού ή της θέσης τους.
Τέτοια συμπτώματα, μπορεί να είναι διαταραχές στην περίοδο, πόνος χαμηλά στην κοιλιά ή κατά την διάρκεια της επαφής, αίσθημα πίεσης και βάρους στην πύελο, υπογονιμότητα ή αυτόματες αποβολές.
Τα συμπτώματα βέβαια δεν είναι ειδικά, αλλά όταν υπάρχουν πρέπει να οδηγούν την γυναίκα στον γυναικολόγο.
Όταν τα ινομυώματα μεγαλώσουν πολύ και ανάλογα με τη θέση τους, μπορεί να δημιουργήσουν και προβλήματα στα γύρω όργανα (έντερο, ουροδόχος κύστη, ουρητήρες), ενώ σπάνια μπορεί και να συστραφούν δημιουργώντας σημεία νέκρωσης με εικόνα οξείας κοιλίας. Πιο σπάνια μπορούν να εξαλλαγούν σε κακοήθεις όγκους της μήτρας, αλλά το ποσοστό αυτό εξαλλαγής είναι πραγματικά πολύ μικρό, μικρότερο από 1 στα 1000.
Αιτιολογία
Η αιτιολογία τους παραμένει άγνωστη, η ανάπτυξή τους όμως σχετίζεται με τα επίπεδα των οιστρογόνων που κυκλοφορούν στο αίμα της γυναίκας.
Έτσι, σπάνια αναπτύσσονται πριν από την ηλικία των 20 ετών, ενώ το μέγεθός τους μειώνεται μετά την εμμηνόπαυση. Αντίθετα το μέγεθός τους αυξάνει σε καταστάσεις που συνοδεύονται από υψηλό επίπεδο οιστρογόνων στο σώμα της γυναίκας, όπως είναι η κύηση, η αναπαραγωγική ηλικία, η φαρμακευτική διέγερση των ωοθηκών για υπογονιμότητα, και η χορήγηση εξωγενώς οιστρογόνων.
Οι επιλογές του τρόπου ζωής μπορεί επίσης να επηρεάζουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ινομυωμάτων. Η παχυσαρκία, η διατροφή, η έλλειψη άσκησης και το κάπνισμα έχουν συσχετιστεί με τη συχνότητα εμφάνισής τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι μια μελέτη από τους Ross et al έδειξε μεγαλύτερη από 20% αύξηση στον κίνδυνο ανάπτυξης για κάθε 10 kg αύξηση του σωματικού βάρους. Σε μία άλλη μελέτη, οι Lumbiganon et al διαπίστωσαν αύξηση 6% , για κάθε αύξηση μονάδας του δείκτη μάζας σώματος ΒΜΙ.
Παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη ινομυωμάτων είναι επίσης το οικογενειακό ιστορικό ινομυωμάτων, να είναι άτεκνη η γυναίκα, να έχει πρώιμη έναρξη της εμμήνου ρύσεως (εμφάνιση περιόδου σε νεαρή ηλικία), να έχει καθυστερημένη εμμηνόπαυση.
Η συχνότητα εμφάνισής τους αυξάνει με την ηλικία της γυναίκας. Έτσι στην ηλικία των 40 ετών, περίπου το 40% των γυναικών έχει κάποιο ινομύωμα.
Τα ινομυώματα εμφανίζονται συνήθως ως σκληροί, στρογγυλοί, πολλαπλοί και καλά διαχωρισμένοι όγκοι του τοιχώματος της μήτρας. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από λίγα χιλιοστά έως και πολλά εκατοστά, και το βάρος τους κυμαίνεται από μερικά γραμμάρια μέχρι πολλά κιλά (συνήθως πάνω από 15 κιλά σε πολλαπλά ινομυώματα). Στην μικροσκοπική εξέτασή τους, αποτελούνται από λείες μυϊκές ίνες από το τοίχωμα της μήτρας, από στοιχεία συνδετικού ιστού και από αγγεία.
Διάγνωση
Η διάγνωση των ινομυωμάτων στηρίζεται :
- Στα συμπτώματα της ασθενούς.
- Στα ευρήματα της γυναικολογικής εξέτασης από τον γυναικολόγο.
- Στα υπερηχογραφικά ευρήματα. Η εξέταση της μήτρας και των ωοθηκών με το διακολπικό υπερηχογράφημα, είναι η καλύτερη μέθοδος για την διάγνωση, την ακριβή εντόπιση και την διαφορική διάγνωση των ινομυωμάτων.
- Στα ευρήματα από την μαγνητική ή την αξονική τομογραφία και από την υστεροσαλπιγγογραφία ή την υστεροσκόπηση. Μπορούν να βοηθήσουν όταν το υπερηχογράφημα δεν παρέχει αρκετές πληροφορίες για την τελική διάγνωση.
Αντιμετώπιση – Θεραπεία
Αν το ινομύωμα δεν ενοχλεί παρακείμενα όργανα, δεν προκαλεί αιμορραγίες και δεν συνυπάρχει με καταστάσεις υπογονιμότητας, τότε δεν χρειάζεται η αφαίρεσή του αλλά η παρακολούθησή του.
Σημαντικά στοιχεία της παρακολούθησης είναι η θέση, η υφή και το μέγεθος των ινομυωμάτων. Η παρακολούθησή τους γίνεται κατά κανόνα με την γυναικολογική εξέταση και με το διακολπικό υπερηχογράφημα κάθε 4 με 12 μήνες, ανάλογα με τα ευρήματα. Μετά την εμμηνόπαυση, τα ινομυώματα συρρικνώνονται και σπάνια προκαλούν προβλήματα.
Τα ινομυώματα χρειάζονται αντιμετώπιση όταν η γυναίκα έχει :
- βαριά ή έντονα επώδυνη περίοδο
- αιμόρροια μεταξύ δύο περιόδων
- αναιμία από τις απώλειες αίματος
- γρήγορη αύξηση του μεγέθους των ινομυωμάτων
- υπογονιμότητα
- αποβολή ή πρόωρο τοκετό από ύπαρξη ινομυώματος σε προηγούμενη κύηση
- πόνο στη περιοχή της πυέλου
- προβλήματα από πίεση της ουροδόχου κύστεως ή του εντέρου
- εκφυλισμένο ινομύωμα
Τα ινομυώματα λοιπόν που δημιουργούν προβλήματα, μπορεί να αντιμετωπιστούν με :
- Συντηρητική – συμπτωματική θεραπεία.
- Χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για αντιμετώπιση των πόνων
- χορήγηση αντισυλληπτικών δισκίων για την μείωση της περιόδου,
- χορήγηση σκευασμάτων σιδήρου για την αναιμία
- τοποθέτηση ενδομητρικών σπειραμάτων με προγεστερόνη για την μείωση της περιόδου
- χορήγηση με ενέσιμη μορφή φαρμάκων GnRH analogs. Μπορεί να γίνει για να μειώσουμε το μέγεθος των ινομυωμάτων προσωρινά και προεγχειρητικά, και για να ελέγξουμε την μητρορραγία, προκειμένου να προετοιμαστεί η γυναίκα για το χειρουργείο με καλύτερους αιματολογικούς δείκτες (αύξηση Ht).
Θεραπεία με κατευθυνόμενη δέσμη υψηλής έντασης υπερήχων.
Είναι μία νέα αναίμακτη μέθοδος που γίνεται σε ειδικά νοσοκομεία με τμήματα επεμβατικής ακτινολογίας, με την καθοδήγηση μαγνητικού τομογράφου. Η ασθενής ξαπλωμένη για περίπου τρείς ώρες, δέχεται δέσμες υπερήχων που στοχεύουν το ινομύωμα, και προκαλείται έτσι αύξηση της θερμοκρασίας στο ινομύωμα που φθάνει έως και τους 80ο C. Έτσι γίνεται θερμική καταστροφή του ινομυώματος και μείωση στο μέγεθός του.
Η μέθοδος μπορεί να προκαλέσει θερμικές βλάβες και στα γύρω όργανα, ή έγκαυμα στο δέρμα, έχει δε αμφίβολα αποτελέσματα σε μεγάλα ινομυώματα και σε πολλαπλά ινομυώματα, ενώ σε ποσοστό 20%, χρειάζεται και κάποια άλλη συμπληρωματική μέθοδος αντιμετώπισης.
Δεν υπάρχουν δεδομένα ακόμη, για την διατήρηση της γονιμοποιητικής ικανότητας της γυναίκας μετά την εφαρμογή αυτής της θεραπείας.
Εμβολισμός της μητριαίας αρτηρίας.
Με αυτή την μέθοδο, που γίνεται επίσης σε ειδικά τμήματα επεμβατικής ακτινολογίας, σταματάει η αιμάτωση του ινομυώματος οπότε αυτό νεκρώνεται και μειώνονται έτσι οι διαστάσεις του. Η επέμβαση γίνεται με την τοποθέτηση ενός καθετήρα στην μηριαία αρτηρία, με τοπική αναισθησία. Ο καθετήρας με ακτινοσκοπικό έλεγχο οδηγείται στην μητριαία αρτηρία που αιματώνει το ινομύωμα και γίνεται έγχυση ειδικών μικροσωματιδίων που εμβολίζουν την αρτηρία. Αυτό οδηγεί σε μείωση της αιμάτωσης του ινομυώματος, σε νέκρωσή του και επομένως σε μείωση του μεγέθους του.
Σαν παρενέργειες αναφέρονται οι πόνοι που υπάρχουν μετά τον εμβολισμό, πιθανές φλεγμονές ή και βλάβες παρακείμενων ιστών ή οργάνων.
Και εδώ δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για την διατήρηση της γονιμοποιητικής ικανότητας της γυναίκας μετά την εφαρμογή αυτής της θεραπείας.
Χειρουργική αντιμετώπιση
Αποτελεί το «χρυσό κανόνα» στην αντιμετώπιση των ινομυωμάτων.
Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να γίνει με διαφορετικούς τρόπους, είτε μέσω λαπαροτομίας δηλαδή με ανοικτή τομή στο κοιλιακό τοίχωμα, είτε μέσω λαπαροσκοπικών τεχνικών.
Η χειρουργική αντιμετώπιση μπορεί να γίνει είτε με την αφαίρεση μόνο του ινομυώματος, οπότε λέγεται ινομυωματεκτομή, είτε με την αφαίρεση του ινομυώματος μαζί με την μήτρα, οπότε έχουμε την υστερεκτομή.
Ινομυωματεκτομή
Είναι η αφαίρεση των ινομυωμάτων με παραμονή της μήτρας και γίνεται για την διαφύλαξη της γονιμοποιητικής ικανότητας της γυναίκας. Μπορεί να γίνει :
-
-
-
- με κλασσική τεχνική, με ανοικτή τομή λαπαροτομίας,
- με λαπαροσκοπικές τεχνικές (κλασσική, ρομποτική ή Single Port τεχνική),
- με επεμβατική υστεροσκόπηση (για τα υποβλεννογόνια ή ενδοκοιλοτικά ινομυώματα).
-
-
Υστερεκτομή
Η υστερεκτομή είναι η αφαίρεση της μήτρας. Μπορεί να γίνει με ταυτόχρονη αφαίρεση των ωοθηκών ή όχι. Στην περίπτωση των ινομυωμάτων αποτελεί την οριστική λύση και θεραπεία από αυτά.
Η υστερεκτομή πρέπει να γίνεται, όταν η μήτρα με τα ινομυώματα είναι πολύ μεγάλη, όταν η γυναίκα έχει ολοκληρώσει την τεκνοποίηση και θέλει να δώσει οριστική λύση στο πρόβλημά της ή όταν συνυπάρχει υποψία για κακοήθεια.
Η υστερεκτομή μπορεί να είναι υφολική ή ολική, μπορεί δε να γίνει :
- με την κλασσική τεχνική της ανοικτής τομής,
- με τις λαπαροσκοπικές τεχνικές (κλασσική, ρομποτική ή Single Port).
Συμπερασματικά
Η αντιμετώπιση των ινομυωμάτων, μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους. Εναπόκειται στον θεράποντα γυναικολόγο να εξηγήσει στην γυναίκα αυτούς τους τρόπους και να εξατομικεύσει την θεραπεία που θα προτείνει και θα εφαρμόσει στην ασθενή του.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ:
- https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5490981/#R23.
- Ross RK, Pike MC, Vessey MP, Bull D, Yeates D, Casagrande JT. Risk factors for uterine fibroids: reduced risk associated with oral contraceptives. Br Med J (Clin Res Ed) 1986;293(6543):359–362.
- Lumbiganon P, Rugpao S, Phandhu-fung S, Laopaiboon M, Vudhikamraksa N, Werawatakul Y. Protective effect of depot-medroxyprogesterone acetate on surgically treated uterine leiomyomas: a multicentre case–control study. Br J Obstet Gynaecol. 1996;103(9):909–914.
- https://my.clevelandclinic.org/health/diseases/9130-uterine-fibroids.
- https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5490981/.